Ναύκρατις

Ναύκρατις
Αρχαία ελληνική αποικία της Αιγύπτου. Βρισκόταν κοντά στον κανωβικό βραχίονα του Νείλου, στην περιοχή της Σαΐδας, 75 χλμ. ΝΑ της Αλεξάνδρειας. Ιδρύθηκε περί τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. από τους Μιλησίους μισθοφόρους του Ψαμμητίχου A’. Υπήρξε σημαντικό εμπορικό κέντρο, παράκμασε όμως μετά την περσική εισβολή στην Αίγυπτο το 525· κατά την πτολεμαϊκή και ρωμαϊκή περίοδο έτυχε αυτονομίας ως ελληνική πόλη και απέκτησε και πάλι μεγάλη σημασία ως ποτάμιο λιμάνι στον δρόμο Μέμφιδας - Αλεξάνδρειας. Οι ανασκαφές που έγιναν εκεί, στα τέλη του 19ου αι., αποκάλυψαν τα ερείπια διαφόρων ιερών, πολλές επιγραφές και αγγεία εγχώρια καθώς και των κέντρων από τα οποία ξεκίνησαν οι άποικοι ή εκείνων με τα οποία η Ν. διατηρούσε εμπορικές σχέσεις. Ο Ηρόδοτος αναφέρει έναν ναό, το Ελλήνιον (που ταυτίστηκε από επιγραφές), τον οποίον ίδρυσαν από κοινού οι Ίωνες, οι Αιολείς και οι Δωριείς - οι Μιλήσιοι είχαν αφιερώσει ένα ιερό στον Απόλλωνα, οι Σάμιοι είχαν ιδρύσει ιερό της Ήρας και οι Αιγινήτες του Δία· ανακαλύφθηκαν επίσης οι ναοί της Αφροδίτης και των Διοσκούρων.
* * *
Ναύκρατις, -ιος και -εως, ἡ (Α)
πόλη τής Αιγύπτου την οποία έκτισαν οι Μιλήσιοι το 550 περίπου π. Χ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ναῦς «πλοίο» + κρατῶ με αναβιβασμό τού τόνου (πρβλ. ναύπρηστις)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ναύκρατις — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναυκράτις — Ναυκράτῑς , Ναύκρατις fem acc pl (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναυκράτει — Ναύκρατις fem nom/voc/acc dual (attic epic) Ναυκράτεϊ , Ναύκρατις fem dat sg (epic) Ναύκρατις fem dat sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναυκράτη — Ναύκρατις fem nom/voc/acc dual (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναυκράτης — Ναύκρατις fem nom/voc pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναυκράτιε — Ναύκρατις fem nom/voc/acc dual (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναυκράτιος — Ναύκρατις fem gen sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναύκρατιν — Ναύκρατις fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Naucratis — Naucratris Ville d Égypte antique Carte relevant les vestiges de la cité de Naucratis Noms en égyptien ancien …   Wikipédia en Français

  • Naucratis — Naucratis …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”